основан - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

основан - translation to Αγγλικά


основан      

• In the present form, the plant had its origin (or was founded) in 1975.

основанный      
adj.
established, based (on); основанный на постулатах, postulational
основан на      

см. тж. быть основанным на; в основе ... лежит


• Our work was founded on experiments with ...


• This system of nomenclature is founded on the names of ...


• The general technique of differentiation is built upon the rules for differentiating combinations of ...


• Policy objectives rest on widely differing assumptions.


• This technique depends (or is based) on the above principle.


• The process depends on the flow of electricity between the wheel and the workpiece.


• The measurement of the rate of a chemical reaction by interferometry relies on following the change in total density as the reaction proceeds.


• The choice of lasers for ... is based on three considerations: ...


• The earlier method has its origins in the valence-bond approach.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για основан
1. Метод основан на анализе биоэлектронной активности сердца.
2. Страстный, эротичный спектакль основан на скучноватом либретто.
3. - "Особо опасен" основан на комиксах Марка Миллера.
4. Европейский союз основан на принципах солидарности.
5. Принцип его действия основан на "радиосигнальном" голографировании.
Μετάφραση του &#39основан&#39 σε Αγγλικά